- ἐπιθήσῃ
- ἐπιθέωrun uponaor subj mid 2nd sgἐπιθέωrun uponaor subj act 3rd sgἐπιθέωrun uponfut ind mid 2nd sgἐπιτίθημιlayfut ind mid 2nd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
наложити — НАЛОЖ|ИТИ (50), ОУ, ИТЬ гл. 1.Положить на кого л., что л.: и всѧ брати˫а рекше ами(н). сѧдѹ(т) и на неже игѹменъ брашьно рѹкѹ наложить. тъгда и прочии вьси ˫асти начьнѹ(т) УСт ХII/XIII, 198 об.; наложи ми десницю свою и бл҃гослови мѧ СбЧуд XIV,… … Словарь древнерусского языка (XI-XIV вв.)
κλοιός — Μεταλλικό στεφάνι, κυκλικός δεσμός (κυρίως γύρω από τον λαιμό ή τα χέρια)· ειδικό στεφάνι, σιδερένιο ή ξύλινο, που το χρησιμοποιούσαν ως όργανο βασανιστηρίων ήδη από την αρχαιότητα. Η απλούστερη μορφή του ήταν μια επίπεδη σανίδα με τρεις τρύπες,… … Dictionary of Greek